Η πώληση των γυναικών της Χίου στα σκλαβοπάζαρα μετά την σφαγή!
Γράφει η Δήμητρα Καρδακάρη.
Ως έγκλημα μπορεί να θεωρηθεί η τραγωδία των γυναικόπαιδων της Χίου την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης το 1821 στην Κωνσταντινούπολη όπως γράφει o ιερέας της αγγλικής πρεσβείας «R. Walsh», ένας ανήσυχος και τολμηρός κληρικός.
Βρισκόταν στην Πόλη από την αρχή του ξεσηκωμού και παρακολουθούσε από κοντά την τραγωδία των Ελλήνων. Κατέγραφε συστηματικά όσα έβλεπε και άκουγε. Όταν επέστρεψε στην Αγγλία, τύπωσε ένα χρονικό με τις εμπειρίες του στην Τουρκία κατά την περίοδο του ελληνικού ξεσηκωμού. Ο ιερέας συγκέντρωσε στοιχεία για συγκεκριμένα πρόσωπα γυναικών. Η αρπαγή και το εμπόριο των σκλάβων γίνονταν από Τούρκους της εσχάτης υποστάθμης, καϊξήδες, χαμάληδες και κάθε λογής κακοποιά στοιχεία, που ακολουθούσαν τις εκστρατείες ως εθελοντές με αποκλειστικό σκοπό την λαφυραγωγία.
Η μέθοδός τους ήταν η εξής: Σκότωναν τα αρσενικά μέλη της οικογένειας, αιχμαλώτιζαν τις γυναίκες και τα παιδιά και συγκέντρωναν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα του σπιτιού. Οδηγούσαν έπειτα την λεία τους στο πιο κοντινό τελωνείο και εφοδιάζονταν με τεσκερέ, δηλαδή πιστοποιητικό σκλαβιάς. Από εκείνη την στιγμή οι αιχμάλωτοι αποτελούσαν ιδιοκτησία των κατόχων του τεσκερέ.
Μ’ αυτό τον τρόπο, γράφει ο Άγγλος κληρικός, εκδόθηκαν στην Χίο 41.000 τεσκερέδες ως την 1η Μαΐου 1822. Από τους σκλάβους 5.000 πουλήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Οι αγοραπωλησίες γίνονταν συνήθως στο Αουρούτ Μπαζάρ, το γυναικοπάζαρο. Ήταν ένα τετράγωνο κτίριο με ανοιχτή αυλή στην μέση. Γύρω υπήρχαν εξέδρες με Αφρικανές σκλάβες. Οι λευκές και οι μεγαλύτερης αξίας γυναίκες βρίσκονταν σε κάμαρες με καφασωτά παράθυρα. «Αλλά οι Χιώτισσες ήταν τόσο πολλές που τις πουλούσαν στις πλατείες και στους δρόμους. Ο πιο συνηθισμένος τόπος του ανθρωποεμπορίου ήταν το Μπαλούκ – Μπαζάρ, η Ψαραγορά».
Εκεί είδε ο «Walsh», στις 15 Ιουνίου 1822, ένα σωρό κορίτσια δώδεκα ως δεκαπέντε χρόνων, να πουλιούνται «όπως τα ζώα στις αγγλικές αγορές». Πολλά ήταν μισόγυμνα. «Τρόμος και αγωνία ζωγραφίζονταν στα πρόσωπά τους. Ήταν το πιο σπαρακτικό θέαμα που είδα στην ζωή μου. Αδύνατο να το περιγράψω. Οι Τούρκοι τις μεταχειρίζονταν με την έσχατη καταφρόνηση. Τις εξέταζαν, τις πασπάτευαν, όπως οι χασάπηδες τα αρνιά, και τις αγόραζαν 100 γρόσια – τρεις λίρες το κεφάλι. Κάπου πεντακόσιες Χιώτισσες πουλήθηκαν στην Ψαραγορά».
Την άλλη μέρα στήθηκε σκλαβοπάζαρο στο Πέραν, στην συνοικία των ευρωπαϊκών πρεσβειών, πλάι στις φράγκικες εκκλησίες. Ήταν Κυριακή και οι Ευρωπαίοι, πηγαίνοντας να προσευχηθούν στους ναούς τους, περνούσαν ανάμεσα από τις σκλαβωμένες Χιώτισσες. «Τούτη την φορά το εμπόριο των χριστιανών γινόταν μπροστά στις πόρτες των αντιπροσώπων των ευρωπαϊκών Δυνάμεων, που θεωρούσαν έγκλημα ικανό να επισύρει την ποινή του θανάτου την αγορά ενός νέγρου ειδωλολάτρη στις αφρικανικές ακτές. Και τώρα έβλεπαν ένα σκλαβοπάζαρο μπροστά στις ίδιες τις πρεσβείες τους, έβλεπαν να αγοράζονται σαν ζώα ανθρώπινα πλάσματα της ίδιας θρησκείας, προικισμένα με τις ίδιες ιδιότητες, τις ίδιες αρετές και να καταδικάζονται δια βίου στην πιο εξευτελιστική δουλεία»…